Wędzidełko στα ελληνικά
Μετάφραση: wędzidełko, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χαλιναγωγώ, χαλινάρι, χαλινώνω, χαλινάρια, χαλινού, χαλινός, το χαλινάρι
Μεταφράσεις
- benzol στα ελληνικά - βενζόλιο, βενζολίου, το βενζόλιο, βενζόλη, βενζολο
- ekstrawagancki στα ελληνικά - πολυδάπανος, εκκεντρικός, απλοχέρης, υπερβολικός, εξωφρενικές, υπερβολικές, υπερβολικό
- genetyczny στα ελληνικά - χαρακτηριστικός, γενετικός, γενετική, γενετικής, γενετικών, γενετικό, γενετικές
- harmonizować στα ελληνικά - εναρμονίζω, εναρμόνιση, την εναρμόνιση, εναρμονίσει, εναρμόνιση των, εναρμονιστούν
Τυχαίες λέξεις
Wędzidełko στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χαλιναγωγώ, χαλινάρι, χαλινώνω, χαλινάρια, χαλινού, χαλινός, το χαλινάρι
Μεταφράσεις: χαλιναγωγώ, χαλινάρι, χαλινώνω, χαλινάρια, χαλινού, χαλινός, το χαλινάρι