Wieńczyć στα ελληνικά
Μετάφραση: wieńczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κορόνα, θήκη, κορώνα, ξεπερνώ, στέμμα, υπερβαίνω, στεφάνι, κόμης, κορώνας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arytmetycznie στα ελληνικά - αριθμητικώς, αριθμητικά, αριθμητική, αριθμητικά με, ορθός από αριθμητική
- destabilizować στα ελληνικά - αποσταθεροποιήσει, αποσταθεροποιούν, αποσταθεροποιήσουν, αποσταθεροποιεί, αποσταθεροποίηση
- ekosfera στα ελληνικά - Ekosfera
- gaża στα ελληνικά - μισθός, μισθού, μισθό, μισθών, αποδοχών
Τυχαίες λέξεις
Wieńczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κορόνα, θήκη, κορώνα, ξεπερνώ, στέμμα, υπερβαίνω, στεφάνι, κόμης, κορώνας
Μεταφράσεις: κορόνα, θήκη, κορώνα, ξεπερνώ, στέμμα, υπερβαίνω, στεφάνι, κόμης, κορώνας