Wstąpienie στα ελληνικά

Μετάφραση: wstąpienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
είσοδος, προσχώρηση, ένταξη, απόκτημα, καταχώρηση, λήμμα, άνοδος, προσχώρησης, την προσχώρηση, προσχωρήσεως
Wstąpienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • administrator στα ελληνικά - διαχειριστής, διαχειριστή, διαχειριστή του, το διαχειριστή, διαχειριστής του
  • barwnik στα ελληνικά - βάφω, χρωστικός, βαφή, χρώμα, βαφής, χρωστική, χρωστικής
  • dezynfekujący στα ελληνικά - απολυμαντικό, Απολυμάνσεις, Απολυμαντικά, Απολύμανση, Απολυμαντική
  • fatamorgana στα ελληνικά - οφθαλμαπάτη, αντικατοπτρισμός, Mirage, αντικατοπτρισμό, χίμαιρα
Τυχαίες λέξεις
Wstąpienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: είσοδος, προσχώρηση, ένταξη, απόκτημα, καταχώρηση, λήμμα, άνοδος, προσχώρησης, την προσχώρηση, προσχωρήσεως