Wyłożyć στα ελληνικά
Μετάφραση: wyłożyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
λιθοστρώνω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bróg στα ελληνικά - κραδασμός, σωρός, σοκ, στοιβάδα, θημωνιά, κρούση, Rick, ...
- ciągarka στα ελληνικά - σύρων, εξολκέα, εξολκέας, έλξεως, puller
- ckliwie στα ελληνικά - λυπημένα, θλιβερά, λυπηρά, δυστυχώς
- epizootia στα ελληνικά - επιζωοτία, επιζωοτική, επιζωοτικής, επιζωοτικών, επιζωοτικές
Τυχαίες λέξεις
Wyłożyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: λιθοστρώνω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε
Μεταφράσεις: λιθοστρώνω, που, τεθεί, θέσει, βάλει, βάλετε