Wybaczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: wybaczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χάρη, δικαιολογία, δικαιώνω, συγχωρώ, αφορμή, συγχώρηση, δικαιολογώ, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει
Wybaczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • biedować στα ελληνικά - ξύνω
  • eksponować στα ελληνικά - οθόνη, εκθέτω, παρουσιάζω, έκθεμα, παρουσιάζουν, εμφανίζουν, εκθεσιακό, ...
  • formularz στα ελληνικά - άγραφος, άγραφτος, λευκός, κάρτα, κενό, ερωτηματολόγιο, δελτίο, ...
Τυχαίες λέξεις
Wybaczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χάρη, δικαιολογία, δικαιώνω, συγχωρώ, αφορμή, συγχώρηση, δικαιολογώ, συγχωρήσει, συγχωρεί, συγχωρήσω, συγχωρέσει