Wychowanie στα ελληνικά
Μετάφραση: wychowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μόρφωση, ανατροφή, τρέφω, αναπαραγωγή, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
Μεταφράσεις
- emulgator στα ελληνικά - γαλακτωματοποιητής, γαλακτωματοποιητή, γαλακτωματοποιητού, γαλακτοματοποιητή, γαλακτοματοποιητής
- epigenetyczny στα ελληνικά - επιγενετική, επιγενετικής, επιγενετικές, επιγενετικών, επιγενετικά
- hiperłącze στα ελληνικά - Υπερσύνδεση, Hyperlink, υπερσύνδεσης
- idylla στα ελληνικά - ειδύλλιο, Idyll, ειδυλλίου, ειδυλλιακή, ειδύλλιο του
Τυχαίες λέξεις
Wychowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μόρφωση, ανατροφή, τρέφω, αναπαραγωγή, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση
Μεταφράσεις: μόρφωση, ανατροφή, τρέφω, αναπαραγωγή, εκπαίδευση, εκπαίδευσης, την εκπαίδευση, της εκπαίδευσης, η εκπαίδευση