Wyciosać στα ελληνικά
Μετάφραση: wyciosać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
καλέμι, σμίλη, λαξεύω, κόβω, κοπεί, κομμένες, κόψτε, αποκόψει
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- centurion στα ελληνικά - εκατόνταρχος, Centurion, εκατόνταρχου, εκατόνταρχο
- dysponowanie στα ελληνικά - διάθεση, διάθεσης, διάθεσή, απόρριψης, απόρριψη
- estyma στα ελληνικά - εκτίμηση, εκτίμησης, εκτίμησή, αυτοεκτίμηση, αυτοεκτίμησης
- hartowanie στα ελληνικά - οργή, σκληραίνω, μετριάζω, διάθεση, σκλήρυνση, σκλήρυνσης, τη σκλήρυνση, ...
Τυχαίες λέξεις
Wyciosać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: καλέμι, σμίλη, λαξεύω, κόβω, κοπεί, κομμένες, κόψτε, αποκόψει
Μεταφράσεις: καλέμι, σμίλη, λαξεύω, κόβω, κοπεί, κομμένες, κόψτε, αποκόψει