Wylegiwać στα ελληνικά

Μετάφραση: wylegiwać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κείμαι, σαλόνι, ψεύδομαι, χαλαρώνετε, Lounging, σας ξεκούραση
Wylegiwać στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • delta στα ελληνικά - δέλτα, Delta, δέλτα του, της Delta, η Delta
  • dyskobol στα ελληνικά - Δισκοβόλος, Discobolus, Δισκοβόλου, περίφημος δισκοβόλος
  • gnębić στα ελληνικά - ταλαιπωρώ, ανησυχώ, βασανίζω, μελαγχολώ, παρενοχλώ, έννοια, καταπιέζω, ...
Τυχαίες λέξεις
Wylegiwać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κείμαι, σαλόνι, ψεύδομαι, χαλαρώνετε, Lounging, σας ξεκούραση