Wymagający στα ελληνικά
Μετάφραση: wymagający, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αυστηρός, ζήτηση, ζητώ, απαιτώ, απαίτηση, απαιτητικές, απαιτητική, απαιτώντας, απαιτητικό, ζητώντας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- bezlistny στα ελληνικά - φαλακρός, άγονος, καραφλός, στείρος, άκαρπος, χωρίς φύλλα, φύλλα, ...
- ciemiączko στα ελληνικά - Fontanelle, κρανίου, Fontanelle μπορείτε
- enologia στα ελληνικά - Οινολογία, Οινολογίας, οινολογικα, την οινολογία
- heteroatom στα ελληνικά - ετεροάτομο, ετεροατόμου, ετεροάτομο που, ετεροάτομα, ετεροάτομον
Τυχαίες λέξεις
Wymagający στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αυστηρός, ζήτηση, ζητώ, απαιτώ, απαίτηση, απαιτητικές, απαιτητική, απαιτώντας, απαιτητικό, ζητώντας
Μεταφράσεις: αυστηρός, ζήτηση, ζητώ, απαιτώ, απαίτηση, απαιτητικές, απαιτητική, απαιτώντας, απαιτητικό, ζητώντας