Wymusztrować στα ελληνικά

Μετάφραση: wymusztrować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
σχολείο
Wymusztrować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • arogancja στα ελληνικά - έπαρση, υπεροψία, αλαζονεία, αλαζονείας, την αλαζονεία, η αλαζονεία
  • bielactwo στα ελληνικά - αλβινισμός, albinism, Αλφισμός, λευκοπάθεια, αλμπινισμό
  • cząsteczka στα ελληνικά - επιδεινώνω, σωματίδιο, κύτταρο, σύνθετος, σωμάτιο, μόριο, μορίου, ...
  • enharmoniczny στα ελληνικά - εναρμονική
Τυχαίες λέξεις
Wymusztrować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: σχολείο