Wynajdywać στα ελληνικά
Μετάφραση: wynajdywać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μύτη, εφευρίσκω, εφεύρει, εφεύρουν, εφεύρουμε, εφευρίσκουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- alarmistyczny στα ελληνικά - πανικόβλητος, πανικό, πανικόβλητο, πανικόβλητων, πανικόβλητη
- balia στα ελληνικά - σαπιοκάραβο, λεκάνη, μπάνιο, κάδος, μπανιέρα, ντουζιέρα, μπανιέρας
- bezwodny στα ελληνικά - άνυδρος, άνυδρο, ανύδρου, άνυδρου, άνυδρη
- imperium στα ελληνικά - αυτοκρατορία, αυτοκρατορίας, Empire, την αυτοκρατορία
Τυχαίες λέξεις
Wynajdywać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μύτη, εφευρίσκω, εφεύρει, εφεύρουν, εφεύρουμε, εφευρίσκουν
Μεταφράσεις: μύτη, εφευρίσκω, εφεύρει, εφεύρουν, εφεύρουμε, εφευρίσκουν