Wypaczenie στα ελληνικά
Μετάφραση: wypaczenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
δομή, διαστρεβλώνω, σκελετός, παραμόρφωση, στρέβλωση, στρέβλωσης, νόθευση, η στρέβλωση
Μεταφράσεις
- aresztowanie στα ελληνικά - συλλαμβάνω, σπασμός, σύλληψη, ταραχή, φόβος, συλλάβει, συλλάβουν, ...
- flirtowanie στα ελληνικά - φλερτ, φλερτάρει, το φλερτ, φλερτάρουν, φλερτάροντας
- grawimetryczny στα ελληνικά - σταθμική, σταθμικής, βαρυμετρική, βαρυμετρικό, βαρομετρική
- interakcja στα ελληνικά - αλληλεπίδραση, αλληλεπίδρασης, την αλληλεπίδραση, η αλληλεπίδραση, της αλληλεπίδρασης
Τυχαίες λέξεις
Wypaczenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: δομή, διαστρεβλώνω, σκελετός, παραμόρφωση, στρέβλωση, στρέβλωσης, νόθευση, η στρέβλωση
Μεταφράσεις: δομή, διαστρεβλώνω, σκελετός, παραμόρφωση, στρέβλωση, στρέβλωσης, νόθευση, η στρέβλωση