Wyporność στα ελληνικά
Μετάφραση: wyporność, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εκτόπισμα, μετατόπιση, βύθισμα, μετατόπισης, μετατοπίσεως, εκτοπίσματος
Μεταφράσεις
- donikąd στα ελληνικά - πουθενά, το πουθενά, πουθενά δεν, πουθενά για, πού
- dowcipniś στα ελληνικά - πνεύμα, εξυπνάδα, φαρσέρ, κινώ, WAG, WAG των συμβατικών, αστειολόγος
- elokwentny στα ελληνικά - ευφραδής, εύγλωττος, εύγλωττη, εύγλωττο, εύγλωττα, εύγλωττες
- improwizowany στα ελληνικά - αυτοσχέδιος, πρόχειρος, αυτοσχέδια, αυτοσχέδιες, των αυτοσχέδιων
Τυχαίες λέξεις
Wyporność στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εκτόπισμα, μετατόπιση, βύθισμα, μετατόπισης, μετατοπίσεως, εκτοπίσματος
Μεταφράσεις: εκτόπισμα, μετατόπιση, βύθισμα, μετατόπισης, μετατοπίσεως, εκτοπίσματος