Βύθισμα στα πολωνικά
Μετάφραση: βύθισμα, Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
łyk, ciąg, wyporność, przeciąg, zanurzenie, przewiew, haust, rysunek, podmuch, projekt, projektu, Wstępny projekt, projekcie, projektem
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: βύθισμα
βύθισμα ντάνακιλ, βύθισμα πλοίου, βύθισμα κασπίας, βύθισμα αλόννησος, βύθισμα κατάρα, βύθισμα λεξικό γλώσσας πολωνικά, βύθισμα στα πολωνικά
Μεταφράσεις
- βότανο στα πολωνικά - trójząb, zioło, ziele, herb, Jurek, zioła
- βότσαλο στα πολωνικά - garsonka, kamyk, żwir, gont, otoczak, żwirowa, żwirkowa
- βύσμα στα πολωνικά - wkrętka, szpunt, korek, czopować, zatykać, tamponować, czop, ...
- βώλος στα πολωνικά - niedołęga, skawalać, kłoda, grudka, pętać, zasypać, guz, ...
Τυχαίες λέξεις
Βύθισμα στα πολωνικά - Λεξικό: ελληνικά » πολωνικά
Μεταφράσεις: łyk, ciąg, wyporność, przeciąg, zanurzenie, przewiew, haust, rysunek, podmuch, projekt, projektu, Wstępny projekt, projekcie, projektem
Μεταφράσεις: łyk, ciąg, wyporność, przeciąg, zanurzenie, przewiew, haust, rysunek, podmuch, projekt, projektu, Wstępny projekt, projekcie, projektem