Wyprostowanie στα ελληνικά

Μετάφραση: wyprostowanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης
Wyprostowanie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aresztant στα ελληνικά - κατάδικος, καταδικάζω, κατάδικο, κατάδικου, καταδίκων, κατάδικοι
  • bryczesy στα ελληνικά - παντελόνι, περισκελίδα, βράκα, μέχρι το γόνατο, γόνατο, παντελόνια μέχρι το γόνατο
  • diagnoza στα ελληνικά - διάγνωση, διάγνωσης, τη διάγνωση, η διάγνωση
  • felga στα ελληνικά - στεφάνη, χείλος, ζάντα, χείλους, ζάντας
Τυχαίες λέξεις
Wyprostowanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανέγερση, στύση, στύσης, ανέγερσης, της στύσης