Λέξη: διαχείμαση

Σχετικές λέξεις: διαχείμαση

διαχείμαση λεξικό, διαχείμαση μελισσών, διαχείμαση μελισσιων

Μεταφράσεις: διαχείμαση

διαχείμαση στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
hibernation, wintering, overwintering, transhumance, winter storage

διαχείμαση στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
hibernación, invernada, de invernada, la invernada, invernación

διαχείμαση στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
winterschlaf, überwinterung, Überwinterung, Überwinterungs, Wintern, die Überwinterung, Überwinterungs-

διαχείμαση στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
hibernation, hivernage, d'hivernage, l'hivernage, hivernante

διαχείμαση στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
svernamento, di svernamento, lo svernamento, svernante, hivernage

διαχείμαση στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
passagem do inverno, invernada, de invernada, wintering, de hibernação

διαχείμαση στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
overwintering, overwinteren, overwinteringsgebied, overwinteringsgebieden, Overwinteringsprodukten

διαχείμαση στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
бездействие, зимовка, зимовки, зимующие, зимующих, зимовок

διαχείμαση στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
vinterdvale, overvintrings, overvintring, overvintringen, overvintrer

διαχείμαση στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
vint, övervintrings, övervintring, vintrande, övervintrande

διαχείμαση στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
talvehtiminen, talvehtimisalue, talvehtimis-, talvehtimispaikka

διαχείμαση στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
overvintring, overvintringsområde, overvintre, overvintrende, overvintrings-

διαχείμαση στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přezimování, zimování, zimoviště, zimovištěm, zimující

διαχείμαση στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
hibernacja, uśpienie, zimowanie, zimowania, zimowisko, zimowisk, zimowiskiem

διαχείμαση στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
telelés, telelő, áttelelésének, áttelelésének biztosítására

διαχείμαση στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
kışlama, bir kışlama, kışı, olan bir kışlama

διαχείμαση στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
бездіяльність, зимівля, зимовка

διαχείμαση στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
dimërim, dimerimit, dimërimin

διαχείμαση στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
зимуване, за зимуване, зимуването, зимовище, зимуваща

διαχείμαση στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
зімоўка

διαχείμαση στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
talveuni, talvitumise, talvitus-, talvitumisala, talvitus, talvitumist

διαχείμαση στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
zimovanje, prezimljavanje, zimovalište

διαχείμαση στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
wintering

διαχείμαση στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
žiemojimo, žiemojimą, žiemojimas, Pārziemošana, žiemojimui

διαχείμαση στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
pārziemošana, ziemošanas, ziemošanu, ziemo

διαχείμαση στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
презимување, презимуваат, зимовни

διαχείμαση στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
iernat, iernare, de iernare, iernarea, hibernarea

διαχείμαση στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
prezimovanje, prezimitev, prezimovanja, prezimovališče, prezimljenje

διαχείμαση στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
zimovania, zimovanie, zimovaní, prezimovania, prezimovať
Τυχαίες λέξεις