Wyprowadzać στα ελληνικά
Μετάφραση: wyprowadzać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κίνηση, κινώ, προέρχομαι, αντλώ, μετακομίζω, συμπεραίνω, σαλεύω, συνάγω, παράγομαι, εκκενώνω, αδειάζω, οδηγούν έξω, οδηγούν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- autodydakta στα ελληνικά - αυτοδίδακτος, αυτοδίδακτο
- chromonikielina στα ελληνικά - νιχρώμιο, nichrome, νιχρωμίου, χρωμονικελίνη, νιχρωμίου που
- cudny στα ελληνικά - ωραίος, θαυμάσιος, έξοχος, όμορφος, περικαλλής, ωραίας, beauteous, ...
- dynamiczny στα ελληνικά - ενεργητικός, δραστήριος, δυναμικός, δυναμική, δυναμικό, δυναμικής, δυναμικές
Τυχαίες λέξεις
Wyprowadzać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κίνηση, κινώ, προέρχομαι, αντλώ, μετακομίζω, συμπεραίνω, σαλεύω, συνάγω, παράγομαι, εκκενώνω, αδειάζω, οδηγούν έξω, οδηγούν
Μεταφράσεις: κίνηση, κινώ, προέρχομαι, αντλώ, μετακομίζω, συμπεραίνω, σαλεύω, συνάγω, παράγομαι, εκκενώνω, αδειάζω, οδηγούν έξω, οδηγούν