Wyprzedzenie στα ελληνικά
Μετάφραση: wyprzedzenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αναμονή, προσδοκία, πρόοδος, προκαταβάλλω, προβαίνω, προχωρώ, πέρασμα, διασταύρωσης, συνεργαζόμενος, διέρχεται, ψήφιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- antybiotyk στα ελληνικά - αντιβιοτικό, αντιβιοτικού, αντιβιοτικά, αντιβιοτική, στα αντιβιοτικά
- chlewnia στα ελληνικά - χοιροστάσιο, χοιροστασίου, χοιροστασίων, piggery
- dziesiętny στα ελληνικά - δεκαδικός, δεκαδικά, δεκαδικό, υποδιαστολής, ψηφία
- epitafium στα ελληνικά - επιτάφιος, επιτάφιο, Επιταφίου, επιταφίων, του Επιτάφιου
Τυχαίες λέξεις
Wyprzedzenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αναμονή, προσδοκία, πρόοδος, προκαταβάλλω, προβαίνω, προχωρώ, πέρασμα, διασταύρωσης, συνεργαζόμενος, διέρχεται, ψήφιση
Μεταφράσεις: αναμονή, προσδοκία, πρόοδος, προκαταβάλλω, προβαίνω, προχωρώ, πέρασμα, διασταύρωσης, συνεργαζόμενος, διέρχεται, ψήφιση