Wystrzępić στα ελληνικά

Μετάφραση: wystrzępić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμπλοκή, ξεφτίζω, κουράζω, κουράζομαι, ξεφτώ, τρίβω, ξέφτια
Wystrzępić στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • absolutyzm στα ελληνικά - απολυταρχία, απολυταρχίας, απολυταρχισμό, απολυταρχισμού, την απολυταρχία
  • animozja στα ελληνικά - εμπάθεια, εχθρότητα, κακεντρέχεια, καταφορά, έχθρα, εχθρότητας, η εχθρότητα, ...
  • bajda στα ελληνικά - μυθιστόρημα, φαντασίας, φαντασία, μυθοπλασίας, μυθοπλασία
  • gułag στα ελληνικά - Γκούλαγκ, γκουλάγκ, Gulag, γκουλάκ, γκουλάγκ της
Τυχαίες λέξεις
Wystrzępić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμπλοκή, ξεφτίζω, κουράζω, κουράζομαι, ξεφτώ, τρίβω, ξέφτια