Wywłaszczać στα ελληνικά
Μετάφραση: wywłaszczać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αλλοτριώνω, απαλλοτριώνω, απαλλοτριώ, απαλλοτριώσει, να απαλλοτριώσει, απαλλοτριώσουν
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- analizowanie στα ελληνικά - ανάλυση, ανάλυσης, την ανάλυση, αναλύοντας, αναλύει
- buńczuczność στα ελληνικά - εκθέτω, οθόνη, παρουσιάζω, παύλα, εξόρμηση, ταμπλό, dash
- chór στα ελληνικά - σοφίτα, χορωδία, χορωδίας, χορωδιών, χορωδία του, χορωδιακά
- dbałość στα ελληνικά - φροντίζω, φροντίδα, περίθαλψη, φροντίδας, περίθαλψης, προσοχή
Τυχαίες λέξεις
Wywłaszczać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αλλοτριώνω, απαλλοτριώνω, απαλλοτριώ, απαλλοτριώσει, να απαλλοτριώσει, απαλλοτριώσουν
Μεταφράσεις: αλλοτριώνω, απαλλοτριώνω, απαλλοτριώ, απαλλοτριώσει, να απαλλοτριώσει, απαλλοτριώσουν