Wyważenie στα ελληνικά

Μετάφραση: wyważenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ισοζύγιο, ισορροπία, πλάστιγγα, ζυγαριά, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου
Wyważenie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bezlitośnie στα ελληνικά - ανηλεώς, αδίστακτα, ανελέητα, άσπλαχνα, αμείλικτα
  • czczo στα ελληνικά - νηστεία, Η νηστεία, νηστείας, τη νηστεία, σε κατάσταση νηστείας
  • fałszerski στα ελληνικά - πλαστογραφία, κάλπικος, πλαστός, Το, Η, ο, την, ...
  • inwazja στα ελληνικά - εισβολή, εισβολής, την εισβολή, επιδρομή, εισβολή στο
Τυχαίες λέξεις
Wyważenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ισοζύγιο, ισορροπία, πλάστιγγα, ζυγαριά, υπόλοιπο, ισορροπίας, ισοζυγίου