Λέξη: βαφτιστήρι
Σχετικές λέξεις: βαφτιστήρι
βαφτιστήρι in english, βαφτιστήρι πασχα, βαφτιστήρι ετυμολογία, βαφτιστήρι μου, βαφτιστήρι ονειροκριτης, βαφτιστήρι λυδιας, βαφτιστήρι βικιπαιδεια, βαφτιστήρι στα κρητικα
Μεταφράσεις: βαφτιστήρι
βαφτιστήρι στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
godchild, godchildren, baptistery, a baptistery, baptistery attached, a baptistery attached
βαφτιστήρι στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
ahijado, ahijados, los ahijados, ahijadas
βαφτιστήρι στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
täufling, pate, patenkind, Patenkinder, Patenkindern, Paten, filleuls
βαφτιστήρι στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
filleule, filleul, filleuls, filleul pour, filleul pour le, des filleuls
βαφτιστήρι στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
figliocci, figlioccio, i figliocci
βαφτιστήρι στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
afilhados, godchildren, afilhado, afilhadas
βαφτιστήρι στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
petekinderen, peetkinderen
βαφτιστήρι στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
крестник, крестница, крестников
βαφτιστήρι στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
gudbarn, godchildren
βαφτιστήρι στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
gudbarn, fadderbarn, gudbarnen
βαφτιστήρι στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
Kummilapset, kummilastani, kummilasta, kummilapsia, kummilapsille
βαφτιστήρι στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
gudbørn
βαφτιστήρι στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kmotřenec, kmotřence, kmotřence i, kmotřence i na
βαφτιστήρι στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
chrześniak, chrześniacy
βαφτιστήρι στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
keresztgyermekei iránt
βαφτιστήρι στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
godchildren
βαφτιστήρι στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
хрещеників, похресників, хресників
βαφτιστήρι στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
godchildren
βαφτιστήρι στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кръщелниците
βαφτιστήρι στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
хроснікам
βαφτιστήρι στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ristilaps, godchildren, ristilast
βαφτιστήρι στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
kumče, godchildren
βαφτιστήρι στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
godchildren
βαφτιστήρι στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
Chrześniacy
βαφτιστήρι στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
godchildren
βαφτιστήρι στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
godchildren
βαφτιστήρι στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
finii, finilor
βαφτιστήρι στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
godchildren
βαφτιστήρι στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kmotřence, krstného syna
Στατιστικά δημοτικότητας: βαφτιστήρι
Τυχαίες λέξεις