Załadować στα ελληνικά

Μετάφραση: załadować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
φορτίζω, ζαλίκι, γεμίζω, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων
Załadować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • chronometrażysta στα ελληνικά - χρονόμετρο, χρονοδιακόπτη, χρονοδιακόπτης, χρονομετρητή, χρονομέτρου
  • dzierżawny στα ελληνικά - μίσθωση, εκμίσθωση, μίσθωσης, μισθωμάτων, μισθώσεως
  • gmatwać στα ελληνικά - περίπλοκος, πολύπλοκος, περιπλέκω, συγχέουν, μπερδεύουν, συγχέουμε, συγχέετε, ...
  • grota στα ελληνικά - άντρο, σπηλιά, σπήλαιο, Grotto, σπηλαίου, σπηλιάς
Τυχαίες λέξεις
Załadować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: φορτίζω, ζαλίκι, γεμίζω, φορτίο, φορτίου, φόρτωσης, του φορτίου, φορτίων