Zaświadczenie στα ελληνικά
Μετάφραση: zaświadczenie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κατάθεση, μαρτυρία, πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
Μεταφράσεις
- analitycznie στα ελληνικά - αναλυτικά, Αναλυτικότερα, αναλυτικώς, αναλυτική, από αναλυτική
- dezerterować στα ελληνικά - έρημος, έρημο, ερήμου, της ερήμου, στην έρημο
- dziki στα ελληνικά - κόβω, βάρβαρος, μανιασμένος, κτηνώδης, καταβεβλημένος, θηριώδης, άγριος, ...
- grupowy στα ελληνικά - συλλογικός, ομάδα, ομάδας, ομίλου, ομάδα που, της ομάδας
Τυχαίες λέξεις
Zaświadczenie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κατάθεση, μαρτυρία, πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό
Μεταφράσεις: κατάθεση, μαρτυρία, πιστοποιητικό, πιστοποιητικού, βεβαίωση, πιστοποιητικό που, το πιστοποιητικό