Zaciekły στα ελληνικά
Μετάφραση: zaciekły, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ορκισμένος, ισχυρογνώμονας, πεισματάρης, θυελλώδης, μαινόμενος, άγριος, παράφορος, ισχυρογνώμων, απελπισμένος, μανιασμένος, θηριώδης, οργισμένος, ορκίζομαι, πικρός, πεισμωμένος, απεγνωσμένος, έξαλλος, εξαγριωμένος, έξω φρενών, μανιώδη, εξαγριωμένη
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- cymbał στα ελληνικά - κόπανος, τράνταγμα, κλονισμός, βλάκας, ανίκανος
- dobosz στα ελληνικά - τύμπανο, τυμπανιστής, ντράμερ, drummer, τυμπανιστή, τον ντράμερ
- flakon στα ελληνικά - βαζάκι, παγούρι, φλάσκα, εμφιαλώνω, μπουκάλι, περίπτωση, υπόθεση, ...
- gafel στα ελληνικά - καμάκι, αγγίστρο, gaff, πικιού, άγκιστρο
Τυχαίες λέξεις
Zaciekły στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ορκισμένος, ισχυρογνώμονας, πεισματάρης, θυελλώδης, μαινόμενος, άγριος, παράφορος, ισχυρογνώμων, απελπισμένος, μανιασμένος, θηριώδης, οργισμένος, ορκίζομαι, πικρός, πεισμωμένος, απεγνωσμένος, έξαλλος, εξαγριωμένος, έξω φρενών, μανιώδη, εξαγριωμένη
Μεταφράσεις: ορκισμένος, ισχυρογνώμονας, πεισματάρης, θυελλώδης, μαινόμενος, άγριος, παράφορος, ισχυρογνώμων, απελπισμένος, μανιασμένος, θηριώδης, οργισμένος, ορκίζομαι, πικρός, πεισμωμένος, απεγνωσμένος, έξαλλος, εξαγριωμένος, έξω φρενών, μανιώδη, εξαγριωμένη