Zakwitnąć στα ελληνικά
Μετάφραση: zakwitnąć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κραδαίνω, ακμάζω, ανθίζω, ανθώ, ανθίσει, ανθίσουν, ακμάζουν, ευδοκιμήσουν, ευδοκιμούν
Μεταφράσεις
- aktualizować στα ελληνικά - αναβάθμιση, αναβαθμίζω, actualize, πραγματοποιήσουμε, επικαιροποιηθεί, πραγματοποηήσει, πραγματοποιούμε
- bełt στα ελληνικά - καυγαδίζω, διαπληκτίζομαι, καυγάς, φιλονικία, καβγάς, διαπληκτισμός, διαμάχη
- domowo στα ελληνικά - σπίτι
- dzierlatka στα ελληνικά - φοραδίτσα, η φοράδα, φοράδα του, η φοραδίτσα, την φοράδα
Τυχαίες λέξεις
Zakwitnąć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κραδαίνω, ακμάζω, ανθίζω, ανθώ, ανθίσει, ανθίσουν, ακμάζουν, ευδοκιμήσουν, ευδοκιμούν
Μεταφράσεις: κραδαίνω, ακμάζω, ανθίζω, ανθώ, ανθίσει, ανθίσουν, ακμάζουν, ευδοκιμήσουν, ευδοκιμούν