Λέξη: αγελάδα

Σχετικές λέξεις: αγελάδα

αγελάδα στην θάλασσα, αγελάδα γερμανική, αγελάδα ζώο, αγελάδα στη θάλασσα, αγελάδα εικόνες, αγελάδα αναπαραγωγή, αγελάδα μου, αγελάδα ελβετική (σβιτς), αγελάδα που έπεσε από τον ουρανό, αγελάδα ονειροκρίτης

Μεταφράσεις: αγελάδα

αγελάδα στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
cow, cow premium, cows, a cow

αγελάδα στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
vaca, amilanar, la vaca, de vaca, vacas, de la vaca

αγελάδα στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
kuh, rind, zicke, Kuh, cow, Rinder

αγελάδα στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
vache, dompter, apeurer, intimider, la vache, vaches, de vache, cow

αγελάδα στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
mucca, vacca, della mucca, cow, vaccino

αγελάδα στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
vaca, da vaca, de vaca, vacas, cow

αγελάδα στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
koe, cow, koeien, koe van, de koe

αγελάδα στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
запугивать, затюкать, терроризировать, корова, усмирять, коровы, телячья, корову, коров

αγελάδα στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ku, cow, kua, kyr

αγελάδα στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
ko, kon, cow, kor

αγελάδα στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
lehmä, lehmän, cow, lehmää, lehmien

αγελάδα στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
ko, koen, koens, cow

αγελάδα στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyděsit, kráva, krávou, krávy, krav, cow

αγελάδα στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
straszyć, samica, zahukać, krowa, zastraszyć, krowy, cow, krów, krowę

αγελάδα στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
mumus, ereszsátor, tehén, tehenet, tehénnek, tehenek, cow

αγελάδα στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
inek, cow, dana, ineğin, sığır

αγελάδα στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
кита, киту, носорога, корова, утихомирювати, корову

αγελάδα στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lopë, lope, Lopa, lopë të, lopë e

αγελάδα στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
скот, крава, краве, телета, крави, кравето

αγελάδα στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
карова, корова

αγελάδα στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
lehm, liitlasväed, hirmutama, lehma, lehmade, cow, lehma kohta

αγελάδα στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
krava, krave, kravlje, kravlji, kravljeg

αγελάδα στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
kýr, Cow, kusa, kýrin, kú

αγελάδα στα λατινικά

Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
bos

αγελάδα στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
karvė, karvių, karvės, karvę, karves

αγελάδα στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
govs, par zīdītājgovīm, cow, govi, govij

αγελάδα στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кравата, крава, кравјо, крави, кравите

αγελάδα στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
vacă, vaca, de vacă, de vaca, vacile

αγελάδα στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
kráva, krava, cow, krave, kravo, krav

αγελάδα στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
krava, kráva, Cow

Στατιστικά δημοτικότητας: αγελάδα

Τυχαίες λέξεις