Zamieszkiwanie στα ελληνικά
Μετάφραση: zamieszkiwanie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, εγκατοίκηση, μόνιμους, μόνιμου, μόνιμος, μόνιμοι
Μεταφράσεις
- bimber στα ελληνικά - μεθυστικά ποτά, Χουτς
- dudka στα ελληνικά - σωλήνας, αυλός, πίπα, Ράχης, και στέλεχος, στέλεχος και, ράχεως
- gawron στα ελληνικά - πύργος, απατεών, απατώ, κορώνη, κουρούνα, κορόιδο
- indosat στα ελληνικά - Indosat
Τυχαίες λέξεις
Zamieszkiwanie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, εγκατοίκηση, μόνιμους, μόνιμου, μόνιμος, μόνιμοι
Μεταφράσεις: στέγαση, στεγαστικός, κατοικία, εγκατοίκηση, μόνιμους, μόνιμου, μόνιμος, μόνιμοι