Zamurować στα ελληνικά

Μετάφραση: zamurować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
μπόι, ανάστημα, χτίζω, κορμοστασιά, τοίχο, τοίχου, τοίχωμα, τοιχώματος, τοίχων
Zamurować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • argon στα ελληνικά - αργό, αργόν, αργού, από αργόν, ατμόσφαιρα αργού
  • ckliwie στα ελληνικά - λυπημένα, θλιβερά, λυπηρά, δυστυχώς
  • fraszka στα ελληνικά - πραγματάκι, σαχλαμάρα, μικροπράγμα, μικροπράγματος, το μικροπράγμα, παίζω
  • igrać στα ελληνικά - παριστάνω, παίζω, έργο, παιχνίδι, παίξει, παίξετε, παίξουν
Τυχαίες λέξεις
Zamurować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: μπόι, ανάστημα, χτίζω, κορμοστασιά, τοίχο, τοίχου, τοίχωμα, τοιχώματος, τοίχων