Zamykać στα ελληνικά
Μετάφραση: zamykać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πνιγηρός, κοντά, κλειδαριά, εγκλείω, φώκια, αποπνιχτικός, κολλητός, βούλα, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- byt στα ελληνικά - όν, οντότητα, ύπαρξη, είναι, να, να είναι, που είναι
- czworokątny στα ελληνικά - πλατεία, τετράγωνο, τετράπλευρος, τετραγωνικός, τετράπλευρο, τετράπλευρη, τετράπλευρα
- duszno στα ελληνικά - μεγαλομανής, πνικτικός, πνιγερός, βουλομένη, βουλωμένη
- heliocentryczny στα ελληνικά - ηλιοκεντρικός, ηλιοκεντρικές, ηλιοκεντρικό, ηλιοκεντρική, ηλιοκεντρικού
Τυχαίες λέξεις
Zamykać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πνιγηρός, κοντά, κλειδαριά, εγκλείω, φώκια, αποπνιχτικός, κολλητός, βούλα, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής
Μεταφράσεις: πνιγηρός, κοντά, κλειδαριά, εγκλείω, φώκια, αποπνιχτικός, κολλητός, βούλα, στενή, κλείσιμο, στενούς, στενής