Zaoszczędzić στα ελληνικά
Μετάφραση: zaoszczędzić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
διασώζω, αποταμιεύω, εκτός, αποκρούω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις
- beryl στα ελληνικά - βηρύλλος, βηρύλλου, Βήρυλλο, βήρυλλος, Beryl
- bojownik στα ελληνικά - υπερασπιστής, πρωταθλητής, αγωνιστής, μαχητής, μαχητή, μαχητικό, μαχητικά, ...
- fenol στα ελληνικά - φαινόλη, φαινόλης, με φαινόλη, της φαινόλης
- hafn στα ελληνικά - άφνιο, χάφνιο, αφνίου, χαφνίου, το άφνιο
Τυχαίες λέξεις
Zaoszczędzić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: διασώζω, αποταμιεύω, εκτός, αποκρούω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε
Μεταφράσεις: διασώζω, αποταμιεύω, εκτός, αποκρούω, αποθηκεύσετε, σώσει, εξοικονομήσει, να αποθηκεύσετε