Zdyskredytować στα ελληνικά
Μετάφραση: zdyskredytować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
εξευτελίζω, αμφισβητώ, δυσφημίσει, δυσφημήσει, δυσφημήσουν, δυσφημίσουν, δυσφήμιση
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- akwaforta στα ελληνικά - χαλκογραφία, χάραξη, χάραξης, χαρακτική, χαράξεως
- cerowy στα ελληνικά - του, της, των, από
- esowaty στα ελληνικά - ελικοειδής, δαντελωτές, ελικοειδείς, κυματοειδής, ημιτονοειδής
- garść στα ελληνικά - χούφτα, λίγες, ελάχιστες, λίγα, χούφτας
Τυχαίες λέξεις
Zdyskredytować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: εξευτελίζω, αμφισβητώ, δυσφημίσει, δυσφημήσει, δυσφημήσουν, δυσφημίσουν, δυσφήμιση
Μεταφράσεις: εξευτελίζω, αμφισβητώ, δυσφημίσει, δυσφημήσει, δυσφημήσουν, δυσφημίσουν, δυσφήμιση