Zgęstnienie στα ελληνικά

Μετάφραση: zgęstnienie, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πυκνός, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει
Zgęstnienie στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aksamitny στα ελληνικά - βελούδο, βελούδινο, βελούδινη, βελούδινα, βελούδινες
  • autochtoni στα ελληνικά - ιθαγενείς, αυτόχθοντες, Αβοριγίνων, τους αυτόχθονες κατοίκους, Αβοριγίνων της
  • błyszczenie στα ελληνικά - ματιά, γυαλίζω, λάμψη, Γυάλισμα, Shine, γυαλάδα, λάμψει
  • dwusiarczek στα ελληνικά - δισουλφιδίου, δισουλφίδιο, δισουλφιδικές, δισουλφιδικούς, δισουλφιδικό
Τυχαίες λέξεις
Zgęstnienie στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πυκνός, πυκνώσει, πήξει, πυκνώνουν, πύκνωση, πήζει