Zmarszczyć στα ελληνικά

Μετάφραση: zmarszczyć, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
κυματισμός, κυμάτισμα, αναμαλλιάζω, κελαρύζω, ζάρωμα, ζαρώνω, τσαλακώνω, τσαλακώνουν, ζαρώνουν
Zmarszczyć στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bonifikacja στα ελληνικά - επίδομα, επιχορήγηση
  • epidemiologiczny στα ελληνικά - επιδημιολογικές, επιδημιολογικά, επιδημιολογική, επιδημιολογικής, επιδημιολογικών
  • grant στα ελληνικά - χορηγώ, υποτροφία, επίδομα, επιχορηγώ, χορήγηση, παραχώρηση, χορηγήσει, ...
  • głowica στα ελληνικά - πρωτεύουσα, κεφάλι, κεφαλή, κεφαλής, επικεφαλής, το κεφάλι
Τυχαίες λέξεις
Zmarszczyć στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: κυματισμός, κυμάτισμα, αναμαλλιάζω, κελαρύζω, ζάρωμα, ζαρώνω, τσαλακώνω, τσαλακώνουν, ζαρώνουν