Zniekształcać στα ελληνικά
Μετάφραση: zniekształcać, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ψεγάδι, στίγμα, κουτσουρεύω, αμαυρώνω, στρεβλώνω, βλάπτω, στρεβλώνουν, στρεβλώσει, νοθεύσει, στρεβλώσουν, νοθεύσει τον
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- dyspozytor στα ελληνικά - αποστολέας, αποστολέα, αποστολέα που, αποστολέα που έχει
- flancowanie στα ελληνικά - φύτεμα, φύτευση, φύτευσης, τη φύτευση, φυτεύσεων
- frazeologiczny στα ελληνικά - ιδιωματικός, ιδιωματικούς, ιδιωματικές, ιδιωματισμούς, ιδιωματικών
- instrukcyjny στα ελληνικά - εκπαιδευτικό, εκπαιδευτικά, εκπαιδευτικές, διδασκαλίας, εκπαιδευτική
Τυχαίες λέξεις
Zniekształcać στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ψεγάδι, στίγμα, κουτσουρεύω, αμαυρώνω, στρεβλώνω, βλάπτω, στρεβλώνουν, στρεβλώσει, νοθεύσει, στρεβλώσουν, νοθεύσει τον
Μεταφράσεις: ψεγάδι, στίγμα, κουτσουρεύω, αμαυρώνω, στρεβλώνω, βλάπτω, στρεβλώνουν, στρεβλώσει, νοθεύσει, στρεβλώσουν, νοθεύσει τον