Zobrazować στα ελληνικά

Μετάφραση: zobrazować, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επεξηγώ, απεικονίζω, εικονογραφώ, διευκρινίζω, εικόνα, εικόνας, φωτογραφία, την εικόνα, εικόνων
Zobrazować στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • bordowy στα ελληνικά - μαρόν, εγκαταλείπω, καφέ, βυσσινί, καστανό
  • dyrekcja στα ελληνικά - διοίκηση, κατεύθυνση, διαχείριση, διαχείρισης, τη διαχείριση, διαχείριση των, διαχείρισης των
  • ilość στα ελληνικά - ποσό, όγκος, αγορά, ποσότητα, ποσόν, αριθμός, ανέρχομαι, ...
  • infuła στα ελληνικά - μήτρα δεσπότη, μίτρα, miter, οξείας γωνίας, φαλτσογωνίας
Τυχαίες λέξεις
Zobrazować στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επεξηγώ, απεικονίζω, εικονογραφώ, διευκρινίζω, εικόνα, εικόνας, φωτογραφία, την εικόνα, εικόνων