Λέξη: δια
Σχετικές λέξεις: δια
δια ζώσης, δια ταυτα επεισοδιο 3, δια ταυτα, δια ταυτα επεισοδιο 6, δια χειρος, δια βιου μαθηση, δια ταυτα επεισοδιο 8, δια βιου μαθησης, δια ταυτα επεισοδιο 2, δια ταυτα επεισοδιο 1, δια βιου, δια βιου μαθησησ, υπουργείο παιδείας, γενικη γραμματεια, δια βίου μάθηση, δια πυρος, αγαλμα δια, δια χειρός
Συνώνυμα: δια
για, υπέρ, διά, ένεκα, χάριν, εις, ανά, κατά, μέσω, διά μέσου
Μεταφράσεις: δια
δια στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
via, by, for, through, with
δια στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
por, de, en, por el, por los
δια στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
nämlich, gegenüber, über, von, durch, um, nach, mit
δια στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
par, via, en, de, par les, par des
δια στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
per, sopra, attraverso, da, di, con, da parte
δια στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
por, pelo, pela, pelos, em
δια στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
door, van, bij, op, per
δια στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
ввиду, через, по, на, от, путем, помощью
δια στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
av, ved, med, etter, ved å
δια στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
av, efter, genom, med, från
δια στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
teitse, kautta, mukaan, esittäjä, jonka, by, tekijänä
δια στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
via, ved, af, med, ved at, efter
δια στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
přes, podle, na, od, po, o
δια στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
przez, na, o, w, za, z
δια στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
által, a, az, szerint, általi
δια στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
tarafından, ile, göre, nickli, edenler tarafından
δια στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
відеомагнітофон, по, за, з, щодо, на
δια στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
nga, me, duke, prej, sipas
δια στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
от, чрез, с, по, на
δια στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
па, паводле, у, з, ў
δια στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
kaudu, läbi, poolt, mida, teel, abil
δια στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
preko, pomoću, putem, po, od, by, od strane, strane
δια στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
með, af, með því, eftir, með því að
δια στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
iki, pagal, iš, kurį, kurias
δια στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
līdz, ar, pa, ko
δια στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
од страна на, од, со, од страна, по
δια στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
de, prin, de către, către, cu
δια στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
s, jo, ga, jih, ki jih
δια στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
skrz, podľa, súlade, v súlade, súlade s, v súlade s
Στατιστικά δημοτικότητας: δια
Τυχαίες λέξεις