Zwalić στα ελληνικά
Μετάφραση: zwalić, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
ανατρέπω, σωριάζομαι, γκρεμίζομαι, καταρρέω, ρίχνω, πέφτω, κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας
Σχετικές λέξεις
Μεταφράσεις
- arszenik στα ελληνικά - αρσενικό, αρσενικού, το αρσενικό, του αρσενικού, συγκεντρώσεων αρσενικού
- bezużyteczność στα ελληνικά - ματαιότητα, αχρηστία, αχρηστίας, έλλειψη χρησιμότητας, δεν χρησιμεύει πλέον
- fotomikrografia στα ελληνικά - φωτομικρογράφημα, φωτομικρογραφία, μικροφωτογραφία, φωτομικρογραφία που, φωτομικρογραφίας
- historyczność στα ελληνικά - ιστορικότητα, ιστορικότητας, ιστορικότητά, την ιστορικότητα, της ιστορικότητας
Τυχαίες λέξεις
Zwalić στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: ανατρέπω, σωριάζομαι, γκρεμίζομαι, καταρρέω, ρίχνω, πέφτω, κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας
Μεταφράσεις: ανατρέπω, σωριάζομαι, γκρεμίζομαι, καταρρέω, ρίχνω, πέφτω, κατηγορώ, ευθύνη, μομφή, φταίξιμο, υπαιτιότητας