Zwyczajowy στα ελληνικά
Μετάφραση: zwyczajowy, Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πολωνικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμβατικός, φυσιολογικός, κανονικός, συνήθης, συνήθη, συνήθεις, συνηθίζεται, σύνηθες
Μεταφράσεις
- dostukać στα ελληνικά - κροταλίζω, τραντάζω, κουδουνίζω, κουδουνίστρα, κουδουνίστρας, κουδούνισμα, κροτάλισμα, ...
- dziwa στα ελληνικά - αλλόκοτος, αδερφή, παράξενος, θαύματα, αναρωτιέται, αξιοθέατα, διερωτάται, ...
- ekliptyczny στα ελληνικά - εκλειπτική, εκλειπτικής, ecliptic, εκλειπτικός, της εκλειπτικής
- grom στα ελληνικά - βροντώ, μπουμπουνίζω, βροντές, βροντή, κεραυνοβόλου, κεραυνοβόλος, κεραυνοβόλο, ...
Τυχαίες λέξεις
Zwyczajowy στα ελληνικά - Λεξικό: πολωνικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμβατικός, φυσιολογικός, κανονικός, συνήθης, συνήθη, συνήθεις, συνηθίζεται, σύνηθες
Μεταφράσεις: συμβατικός, φυσιολογικός, κανονικός, συνήθης, συνήθη, συνήθεις, συνηθίζεται, σύνηθες