Acelere στα ελληνικά

Μετάφραση: acelere, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
επιταχύνω, επισπεύδω, επιταχύνουν, επιταχύνει, να επιταχύνει, την επιτάχυνση, επιταχύνουν την
Acelere στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • aceitável στα ελληνικά - αποδεκτός, δεκτός, αποδεκτό, αποδεκτή, αποδεκτά, αποδεκτές, αποδεκτού
  • acelerar στα ελληνικά - επιταχύνω, επισπεύδω, γοργός, επιταχύνουν, επιταχύνει, να επιταχύνει, την επιτάχυνση, ...
  • acenar στα ελληνικά - κύμα, κύματος, κυμάτων, κύματα, το κύμα
  • acender στα ελληνικά - φωτίζω, ανάβω, εξάπτω, διεγείρω, ξανθός, φωτερός, φως, ...
Τυχαίες λέξεις
Acelere στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: επιταχύνω, επισπεύδω, επιταχύνουν, επιταχύνει, να επιταχύνει, την επιτάχυνση, επιταχύνουν την