Λέξη: ψαλμός

Σχετικές λέξεις: ψαλμός

ψαλμός 22, ψαλμός 1, ψαλμός 103, ψαλμός 102, ψαλμός 90, ψαλμός 50, ψαλμός 145, ψαλμός 142, ψαλμός 140, ψαλμός 23

Μεταφράσεις: ψαλμός

ψαλμός στα αγγλικά

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
psalm, Psalms, Psa, giving psalm, psalm of

ψαλμός στα ισπανικά

Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
salmo, Salmos, el Salmo, Psalm

ψαλμός στα γερμανικά

Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
psalm, Psalm, Psalms, Ps

ψαλμός στα γαλλικά

Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
psaume, Psaumes, le Psaume, Ps, Psalm

ψαλμός στα ιταλικά

Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
salmo, il Salmo, Psalm, nel Salmo, salmi

ψαλμός στα πορτογαλικά

Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
salmo, Salmos, psalm, o Salmo, do salmo

ψαλμός στα ολλανδικά

Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
psalm, de psalm, Psalmen, Ps, van de psalm

ψαλμός στα ρωσικά

Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
псалом, Пс, псалме, псалма, Псалтирь

ψαλμός στα νορβηγικά

Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
salme, salmen, Salmenes, Salmenes bok

ψαλμός στα σουηδικά

Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
psalm, Psaltaren, psalmen, i Psalm

ψαλμός στα φινλανδικά

Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
psalmi, psalmin, psalm, psalmissa, psalmia

ψαλμός στα δανικά

Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
salme, Salmerne, Sl, Psalme, salmen

ψαλμός στα τσεχικά

Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
žalm, žalmu, Ž, žalmem, Žalmy

ψαλμός στα πολωνικά

Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
psalm, Ps, psalmu, psalm ten, Psalmie

ψαλμός στα ουγγρικά

Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
zsoltár, zsoltárt, zsoltára, zsoltárban, zsoltárból

ψαλμός στα τούρκικα

Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
mezmur, ilahi, Mezmurlar, psalm

ψαλμός στα ουκρανικά

Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
підглядання, псалом, Псалми, псалма, Пс

ψαλμός στα αλβανικά

Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
psalm, Psalmi, Psalmet, psalm i, Psalms

ψαλμός στα βουλγαρικά

Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
псалм, псалом, псалома, псалмопеене, псалтир

ψαλμός στα λευκορωσικά

Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
псальма, псалом, псальму, псальм, і Псальм

ψαλμός στα εσθονικά

Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
psalm, laulus, psalmi, psalmist, laulus on

ψαλμός στα κροατικά

Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
psalam, psalm, Ps, pobožna pjesma, Psalmu

ψαλμός στα ισλανδικά

Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
Sálmur, Sl, Sálmarnir, Sálm

ψαλμός στα λιθουανικά

Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
psalmė, Ps, giesmė, psalmę, Psalmių

ψαλμός στα λετονικά

Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
psalms, Psalmi, Psalm, Ps, Psalmu

ψαλμός στα σλαβομακεδονικά

Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
псалм, псалмот, Пс

ψαλμός στα ρουμανικά

Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
psalm, Psalmul, Psalmii, Psalmi, cîntare

ψαλμός στα σλοβενικά

Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
psalm, Ps, Psalmi

ψαλμός στα σλοβακικά

Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
žalm, Ž, Žalmy, žalmu, Zalm

Στατιστικά δημοτικότητας: ψαλμός

Τυχαίες λέξεις