Aconchegar στα ελληνικά

Μετάφραση: aconchegar, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
πτυχή, καταφύγιο, περίβλημα, χώνω, προστατεύω, πιέτα, ασπίδα, πτύσσω, καταφεύγω, χώνομαι, συμμαζεύομαι, φωλιάζω, και χώνομαι
Aconchegar στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • acompanhamento στα ελληνικά - συνοδεία, ακολουθία, συνοδεύω, καβαλιέρος, συνοδείας, συνοδευτικό, συμπλήρωμα, ...
  • acompanhar στα ελληνικά - ακολουθώ, συνοδεύω, ακολουθήστε, ακολουθούν, ακολουθήσουν, ακολουθήσει, ακολουθήσετε
  • acondicionar στα ελληνικά - κατάσταση, πάθηση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
  • aconselhar στα ελληνικά - καμαρίλα, κατεύθυνση, καθοδήγηση, χειραγωγία, συμβουλεύω, συνιστώ, συμβουλεύει, ...
Τυχαίες λέξεις
Aconchegar στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: πτυχή, καταφύγιο, περίβλημα, χώνω, προστατεύω, πιέτα, ασπίδα, πτύσσω, καταφεύγω, χώνομαι, συμμαζεύομαι, φωλιάζω, και χώνομαι