Ausência στα ελληνικά

Μετάφραση: ausência, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
απουσία, ελλείψει, απουσίας, έλλειψη, χωρίς
Ausência στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • austero στα ελληνικά - αυστηρός, σοβαρός, δριμύς, σέρτικος, απέριττος, λιτός, αυστηρό, ...
  • austral στα ελληνικά - μεσημβρινός, νότος, νότιος, νότια, νότιο, νότιας, νότιες
  • auto στα ελληνικά - κούρσα, εαυτός, αυτο, εαυτό, αυτό, δυνατότητα
  • auto-estrada στα ελληνικά - αυτοκινητόδρομος, αυτοκινητόδρομο, αυτοκινητόδρομου, αυτοκινητόδρομων
Τυχαίες λέξεις
Ausência στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: απουσία, ελλείψει, απουσίας, έλλειψη, χωρίς