Λέξη: κυκλικός
Σχετικές λέξεις: κυκλικός
κυκλικός δίσκος, κυκλικός χρόνος, κυκλικός κόμβος προτεραιότητα, κυκλικόσ δακτύλιοσ, κυκλικός κόμβος, κυκλικός έλεγχος πλεονασμού, κυκλικός έλεγχος πλεονασμού dvd, κυκλικός έλεγχος πλεονασμού σκληρος, κυκλικός διχρωισμός, κυκλικός τομέας
Συνώνυμα: κυκλικός
σφαιρικός, στρογγυλός, εγκύκλιος, περιστροφικός
Μεταφράσεις: κυκλικός
κυκλικός στα αγγλικά
Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
circular, cyclic, round, cyclical, a cyclic
κυκλικός στα ισπανικά
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
circular, redondo, rotundo, circulares, circular de
κυκλικός στα γερμανικά
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
rundbrief, ringförmig, kreisförmig, rundschreiben, rund, kreisrund, flugblatt, Rundschreiben, Zirkular, kreisförmigen, kreisförmige
κυκλικός στα γαλλικά
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
orbiculaire, circulaire, rond, prospectus, tract, cyclique, circulaires, cercle, circulaire de
κυκλικός στα ιταλικά
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
sferico, rotondo, circolare, circolari, circolare di
κυκλικός στα πορτογαλικά
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
circular, circulares, circular de
κυκλικός στα ολλανδικά
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
rondschrijven, kring, circulaire, cirkel, cirkelvormig, rond, cirkelvormige
κυκλικός στα ρωσικά
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
циркулярный, круговой, циркуляр, круглый, кругообразный, листовка, открытка, круговая, круглой
κυκλικός στα νορβηγικά
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
sirkelrund, sirkulær, sirkulære, rundskriv, sirkel, sirkulært
κυκλικός στα σουηδικά
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
cirkulär, rund, cirkulära, cirkulärt, cirkel
κυκλικός στα φινλανδικά
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
kehämäinen, kiertävä, kiertokirje, joukkokirje, kehänmuotoinen, yleiskirje, pyöreä, ympyrän, pyöreän, pyöreitä, pyöreät
κυκλικός στα δανικά
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
rund, cirkulære, cirkulær, cirkulært, cirkelformet, cirkulæret
κυκλικός στα τσεχικά
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
kruhovitý, okrouhlý, kruhový, cyklický, okružní, oběžník, kulatý, kruhové, kruhová, kruhového, okružn
κυκλικός στα πολωνικά
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
okrągły, kolisty, kołowy, cykliczny, okólny, okólnik, okrężny, pierścieniowy
κυκλικός στα ουγγρικά
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kör alakú, körlevél, körkörös, kör, kerek
κυκλικός στα τούρκικα
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
yuvarlak, dairesel, daire, dairesel bir
κυκλικός στα ουκρανικά
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
циркуляційний, кругове, листівка, кругова, кругової, круговий, круговою, круговій, кругового
κυκλικός στα αλβανικά
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
qarkore, rrethor, rrethore, Qarkorja, qarkor
κυκλικός στα βουλγαρικά
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
кръгъл, кръгов, кръгова, кръгло, циркулярната
κυκλικός στα λευκορωσικά
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
круглы, кругавой, кругавы
κυκλικός στα εσθονικά
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
ringikujuline, tsirkulaar, ringkiri, ümmarguse, ringkirja, ringikujulise
κυκλικός στα κροατικά
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
cirkularno, cirkularni, kružnog, okruglim, kružni, kružna, kružne, kružno
κυκλικός στα ισλανδικά
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
hringlaga, Circular, kringlótt, kringlóttar, dreifibréfi
κυκλικός στα λιθουανικά
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
apskritas, apvalus, apskrito, aplinkraštis, apykaitinę
κυκλικός στα λετονικά
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
apaļš, apkārtraksts, cirkulārs, apļveida, apkārtrakstu
κυκλικός στα σλαβομακεδονικά
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
кружни, циркулар, кружна, кружната, кружен
κυκλικός στα ρουμανικά
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
rotund, circular, circulară, circulare, circulara
κυκλικός στα σλοβενικά
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
krožna, okrogla, krožne, krožno, krožni
κυκλικός στα σλοβακικά
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
kruhový, okrúhly, kruhové
Τυχαίες λέξεις