Cirurgia στα ελληνικά

Μετάφραση: cirurgia, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
χειρουργικός, ιατρείο, χειρουργική, χειρουργείο, χειρουργική επέμβαση, επέμβαση, εγχείρηση
Cirurgia στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • circunspecto στα ελληνικά - μετρημένος, ενημερωμένος, προσεκτικός, επιφυλακτικός, επιφυλακτικοί
  • circunstância στα ελληνικά - πάθηση, κατάσταση, θέση, προϋπόθεση, όρο, κατάστασης, όρος
  • cirurgião στα ελληνικά - ιατρείο, χειρουργός, χειρουργό, χειρούργος, χειρούργο, χειρουργού
  • cirúrgico στα ελληνικά - επίθετο, χειρουργικός, χειρουργική, χειρουργικές, χειρουργικών, χειρουργικής
Τυχαίες λέξεις
Cirurgia στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: χειρουργικός, ιατρείο, χειρουργική, χειρουργείο, χειρουργική επέμβαση, επέμβαση, εγχείρηση