Comece στα ελληνικά
Μετάφραση: comece, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
αρχίζω, παίρνω, αποκτώ, εκκίνηση, ξεκινήσει, εκκίνησης, την εκκίνηση, ξεκινήσουν
Μεταφράσεις
- combustíveis στα ελληνικά - καύσιμα, τροφοδοτώ, καύσιμο, καυσίμων, τα καύσιμα, καύσιμα που, των καυσίμων
- combustível στα ελληνικά - τροφοδοτώ, καύσιμο, καύσιμα, καυσίμου, καυσίμων, των καυσίμων
- comediante στα ελληνικά - παίκτης, κωμικός, κωμικό, κωμικού, τον κωμικό, ο κωμικός
- comedido στα ελληνικά - νηφάλιος, εγκρατής, μετριοπαθής, μέτριος, φειδωλός, εύκρατος, ξεμέθυστος, ...
Τυχαίες λέξεις
Comece στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: αρχίζω, παίρνω, αποκτώ, εκκίνηση, ξεκινήσει, εκκίνησης, την εκκίνηση, ξεκινήσουν
Μεταφράσεις: αρχίζω, παίρνω, αποκτώ, εκκίνηση, ξεκινήσει, εκκίνησης, την εκκίνηση, ξεκινήσουν