Compatível στα ελληνικά

Μετάφραση: compatível, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
συμβατός, συμβατό, συμβατή, συμβατές, συμβατά, συμβιβάζεται
Compatível στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • compasso στα ελληνικά - πυξίδα, μέτρο, τη μέτρηση, μέτρηση της, μετρήσει, μετρούν
  • compatriota στα ελληνικά - συμπατριώτης, συμπατριώτη, τον συμπατριώτη, ο συμπατριώτης, συμπατριώτη του
  • compelir στα ελληνικά - εξαναγκάζω, υποχρεώνουν, υποχρεώσουν, υποχρεώσει, αναγκάσει, υποχρεώνει
  • compensar στα ελληνικά - αναπληρώνω, αντισταθμίζω, συνθέτουν, απαρτίζουν, αποτελούν, να αναπληρώσετε, συνιστούν
Τυχαίες λέξεις
Compatível στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: συμβατός, συμβατό, συμβατή, συμβατές, συμβατά, συμβιβάζεται