Λέξη: βόλτα

Σχετικές λέξεις: βόλτα

βόλτα με τον μολιέρο, βόλτα στην αθήνα, βόλτα στο βουνό, βόλτα πετράλωνα, βόλτα στα σύννεφα, βόλτα στο κέντρο της αθήνας, βόλτα με αερόστατο, βόλτα με κλεμμένο αμάξι, βόλτα στην τρίπολη, βόλτα - jolly roger

Συνώνυμα: βόλτα

ιππασία, περίπατος επί αυτοκίνητου, περίπατος επί άμαξης, περίπατος, βάδισμα, πεζοπορία, τσάρκα

Μεταφράσεις: βόλτα

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
ride, walk, stroll, trip, stroll through
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
conducir, paseo, viaje, paseo en, viaje en, trayecto
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
ritt, fahrt, fahren, ausritt, reiten, Fahrt, Fahrt mit, Ritt
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
rouler, aller, promenade, monter, trajet, chevauchée, équitation, excursion, voyage, course, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
viaggio, corsa, andare, percorso, giro, cavalcata, giro in
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
passeio, viajar, cavalgar, ir, andar, crivar, viagem, passeio de, viagem de, carona
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
gaan, karren, varen, rijden, rit, ritje, ride, karen
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
катать, ехать, взъехать, стенка, уезжать, ездить, поездка, просека, поехать, разъезжать, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
kjøre, ride, ri, tur, turen, kjøretur
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
åka, fara, gå, rida, tur, resa, ritt, ride, åktur, attraktionen
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
astua, ratsastaa, riivata, kyyti, ajo, ride, kyydin, kyydissä, ajomatkan
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fare, tur, turen, kørsel, køretur
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
vyjížďka, jezdit, jízda, jízdy, jízdu, ride
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
podróż, przejazd, jeździć, kurs, jazda, jechać, przejażdżka, jazdy, ride
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
kocsikázás, lovaglóösvény, távolság, lovaglás, lovagol, út, lovagolni, útra
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
binmek, yolculuğu, yolculuk, sürüş, ride
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
сито, дірявити, просівати, решето, загадка, екран, поїздка, подорож, поездка, виїхати
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
udhëtim, udhëtim të, udhëtim me, rrugë, udhëtimin
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
езда, яздя, път, пътуване, път с
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
падымаццa, адхазiць, хадзiць, паездка, шукаю, паехаць
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sõit, sõitma, Ride, sõita, sõidu
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
jahanje, vožnja, put, vožnje, vožnju, ride, vožnjom
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
reið, ríða, aka, fara, ferð, Ride, hjóla, ferðast
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
važiuoti, važinėti, Ride, Anfahrt, važiavimo
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
braukt, ride, brauciena, brauciens, brauciena attālumā
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
возење, прошетаат, вози, возењето, јаваат
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
călătorie, plimbare, plimbare cu, plimbare de, ride
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
jezdit, ride, vožnja, vožnja z, vožnje, vožnjo
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
riadiť, jazda, jazdy

Στατιστικά δημοτικότητας: βόλτα

Τυχαίες λέξεις