Composição στα ελληνικά

Μετάφραση: composição, Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά

Αρχική γλώσσα:
πορτογαλικά
Τελική γλώσσα:
ελληνικά
Μεταφράσεις:
έκθεση, σύνθεση, σύνθεσης, συνθέσεως, σύνθεση που, σύσταση
Composição στα ελληνικά
Σχετικές λέξεις

Μεταφράσεις

  • comporte-se στα ελληνικά - συμπεριφέρομαι, συμπεριφέρονται, συμπεριφέρεται, συμπεριφορά, συμπεριφερθεί
  • compositor στα ελληνικά - συνθέτης, συνθέτη, ο συνθέτης, μουσικοσυνθέτη, του συνθέτη
  • composto στα ελληνικά - επιδεινώνω, σύνθετος, ατάραχος, χημική ένωση, ένωση, ένωσης, ενώσεως, ...
  • compota στα ελληνικά - γάμος, συνωστισμός, μαρμελάδα, εμπλοκή, μαρμελάδας, εμπλοκής, μαρμελάδες
Τυχαίες λέξεις
Composição στα ελληνικά - Λεξικό: πορτογαλικά » ελληνικά
Μεταφράσεις: έκθεση, σύνθεση, σύνθεσης, συνθέσεως, σύνθεση που, σύσταση