Λέξη: γέννηση

Σχετικές λέξεις: γέννηση

γέννηση της αφροδίτης, γέννηση μωρού βίντεο, γέννηση μωρού ονειροκρίτης, γέννηση τησ θεοτόκου, γέννηση τησ αφροδίτησ του μποτιτσέλι, γέννηση μωρού ευχές, γέννηση χριστού, γέννηση διδύμων, γέννηση συνώνυμα, γέννηση μωρού

Συνώνυμα: γέννηση

γέννα, τοκετός, παραγωγή, γενεά, γόνος

Μεταφράσεις: γέννηση

Λεξικό:
αγγλικά
Μεταφράσεις:
birth, nativity, generation, birth of, born
Λεξικό:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
comienzo, parto, nacimiento, nacer, a luz, de nacimiento
Λεξικό:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
gebären, geburt, herkunft, niederkunft, entbinden, ursprung, geburtsstunde, Geburt, Geburts, der Geburt, ...
Λεξικό:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
enfantement, descendance, principe, début, couche, naissance, origine, commencement, genèse, provenance, ...
Λεξικό:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
nascita, natività, parto, la nascita, di nascita, alla luce
Λεξικό:
πορτογαλικά
Μεταφράσεις:
nascimento, natalidade, o nascimento, de nascimento, parto
Λεξικό:
ολλανδικά
Μεταφράσεις:
geboorte, de geboorte, Geboortejaar, bevalling, geboortedatum
Λεξικό:
ρωσικά
Μεταφράσεις:
род, возрождение, рождение, нарождение, губа, источник, роды, происхождение, начало, рождения, ...
Λεξικό:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
herkomst, fødsel, byrd, fødselen, Født, fødsels, Birth
Λεξικό:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
börd, födelse, födseln, födelsen, Datum
Λεξικό:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
syntymä, poikue, alku, synty, syntymän, Syntymäaika, syntymästä, syntymästään
Λεξικό:
δανικά
Μεταφράσεις:
fødsel, fødslen, født, født hvor
Λεξικό:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
narození, zrod, vznik, porod, počátek, původ, zrození, rodné, porodní
Λεξικό:
πολωνικά
Μεταφράσεις:
narodzenie, ród, narodziny, porodowy, rodzenie, urodzenie, rozwiązanie, poród, początek, rodny, ...
Λεξικό:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
születés, születési, születése, szülés, születésének
Λεξικό:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
doğum, do¤um, doğuşu, nüfus
Λεξικό:
ουκρανικά
Μεταφράσεις:
пологи, вродження, розпочало, народжування, народження, рождения
Λεξικό:
αλβανικά
Μεταφράσεις:
lindje, lindjes, lindja, e lindjes, të lindjes
Λεξικό:
βουλγαρικά
Μεταφράσεις:
рождение, раждане, раждането, раждаемостта, роди
Λεξικό:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
нараджэння, народзінаў, нараджэньня
Λεξικό:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
sünnitama, päritolu, sünd, sündi, sünnist, sünni, sünnitanud
Λεξικό:
κροατικά
Μεταφράσεις:
rođenje, rođenja, porod, rađanja, rođenju, rodno
Λεξικό:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
burður, fæðing, fæðingu, fæðingartíðni, fæðingarvottorði, ætternis
Λεξικό:
λατινικά
Μεταφράσεις:
ortus
Λεξικό:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
kilmė, gimimas, gimdymas, gimimo, gimstamumo, gimdymo
Λεξικό:
λετονικά
Μεταφράσεις:
dzemdības, dzimšana, dzimšanas, dzimstības, piedzimšanas
Λεξικό:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
раѓање, раѓањето, на раѓање, наталитет, на раѓањето
Λεξικό:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
naştere, naștere, nașterii, nastere, nasterii, nașterea
Λεξικό:
σλοβενικά
Μεταφράσεις:
vznik, rojstvo, naročeni, rojstva, rojstvu, rojstna, birth
Λεξικό:
σλοβακικά
Μεταφράσεις:
vznik, rodný, narodenia, narodení, narodenie

Στατιστικά δημοτικότητας: γέννηση

Τυχαίες λέξεις